Το στρατόπεδο βγαίνει σιγά σιγά από τον αστερισμό του EURO. Οι ευχές μου να πάει καλά η Ελλάδα δεν εισακούστηκαν. Μην φανταστεί κανείς καμία ξαφνική μου μεταστροφή υπέρ της "Εθνικής μας". Απλά, όσο η Εθνική έπαιζε στην τηλεόραση, η ζωή κάποιων ενοχλητικών καραβανάδων είχε αποκτήσει νόημα άλλο από το να μας μαυρίζουν τη ζωή. Περισσότερη Εθνική σήμαινε λοιπόν περισσότερη ησυχία. Τζίφος όμως, το σχέδιό μου βυθίστηκε μαζί με το πειρατικό του Ρεχάγκελ...
Όμως το EURO εξακολουθούσε να παίζει στις οθόνες του στρατοπέδου. Και πώς όχι; Η ποδοσφαιρική βιομηχανία του EURO και των λοιπών διεθνών διοργανώσεων δεν προσφέρει απλώς ένα καλό θέαμα. Προσφέρει ίσως το πιο πετυχημένο πάντρεμα των τάσεων του σύγχρονου καπιταλισμού: από την μια πλευρά η διεθνοποίηση, η βιομηχανία των σπορ, το άφθονο χρήμα, τα γήπεδα-σαλόνια με τους παίκτες των εκατομμυρίων ευρώ. Και από την άλλη η εθνική πίστη, η εκμετάλλευση των βαθιά ριζωμένων εθνικών ταυτοτήτων εκατομμυρίων ανθρώπων, ολόκληρων λαών. Παγκοσμιοποίηση και εθνικισμός στην ίδια αλάνα, με αποτέλεσμα αμύθητα κέρδη από τα τηλεοπτικά δικαιώματα, τους τόνους μπύρας, πίτσας και σκουπιδοφαγητού, κοινώς από το χαρμάνιασμα στρατιών ολόκληρων από ποδοσφαιρόφιλους καταναλωτές. Τα αφεντικά της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας, θα πρέπει να κάνουν μια κουβέντα με τους πολιτικούς ηγέτες της Ευρώπης για να τους "σφυρίξουν" το μυστικό της επιτυχίας. Γιατί αλλιώς, ο Θαπατέρο και η Μέρκελ κινδυνεύουν να περάσουν πολλά ακόμα βαρετά κυριακάτικα απογεύματα στις εξέδρες των γηπέδων, γυρεύοντας λίγη από τη χρυσόσκονη αυτής της επιτυχίας.
Αλλά, δεν θέλω να είμαι μονόπλευρος. Η εξήγηση της επιτυχίας του μαζικού ποδοσφαιρικού θεάματος δεν μπορεί να είναι μόνο αποτελεσμα μιας πετυχημένης συνταγής των πολυεθνικών που χαρμανιάζουν τα ανύποπτα θύματά τους. Σε κάθε πετυχημένη προσφορά αντιστοιχεί και η ανάλογη ζήτηση. Ίσως το διαφημιστικό της ΝΕΤ για το EURO συνόψιζε με τον καλύτερο τρόπο τί ψάχνουν σ' αυτές τις διοργανώσεις οι τηλεθεατές τους: παίκτες που αγκαλιάζονταν εκστασιασμένοι, κόσμος στις εξέδρες που πανηγύριζε βγάζοντας δυνατές κραυγές, ποδοσφαιριστές σε σκληρά μαρκαρίσματα και χορευτικές κινήσεις στον αέρα, απελπισμένα βλέμματα οπαδών και παικτών που έχασαν το όνειρο στο παρά ένα. Πάθος, συγκίνηση, αδελφοσύνη, απελπισία, έκπληξη: όλα αυτά που το σύγχρονο σύστημα στερεί από εκατομμύρια ανθρώπους, κάνοντας της ζωή τους βαρετή και μονότονη, το σώμα τους νωθρό και δυσκίνητο, τη σκέψη τους έτοιμη να δεχτεί το αναμενόμενο ως βέβαιο, είναι όλα εκεί με το πάτημα ενός κουμπιού, τυπικά "δωρεάν". Και το σημαντικότερο: όλοι μπορούν να συμμετέχουν, όλοι δικαιούνται να έχουν άποψη, ανεξάρτητα από την ταξική τους θέση, την μόρφωση, ή ο,τιδήποτε άλλο βρίσκουν οι καθημερινοί άνθρωποι μπροστά τους ως εμπόδιο στην προσπάθειά τους να κάνουν τη ζωή τους καλύτερη. Μια επαγγελία ισότητας και δημοκρατίας σε έναν κόσμο που η δημοκρατία έχει αποκτήσει χορηγό της την Siemens...
Είναι νόμιμο να διαχωριστεί κανείς από αυτό το πάθος;
Κάπου διάβαζα για τους "Κόκκινους Θρησκευόμενους Επιστήμονες", ένα βιβλίο με 40 συνεντεύξεις ανθρώπων της τέχνης, της επιστήμης, της πολιτικής, που δήλωνουν παθιασμένοι με τον Ολυμπιακό. Η υπόκλιση στο ποδοσφαιρικό πάθος έχει φτάσει σε επίπεδο παροξυσμού. Η Αριστερά κάνει ασκήσεις αντι-ελιτισμού προσκυνώντας τη στρογγυλή θεά και το ποδόσφαιρο. Ο περσινός sportscaster της Εθνικής που δηλώνει "ακροαριστερός" του ΣΥΝ, μας καλεί ως "Έλληνες!" από τα τηλεοπτικά σποτάκια του Γερμανού να καταναλώσουμε το πάθος για την ομάδα μας. Πρέπει να είναι απαραίτητα έτσι;
Γνώμη μου είναι πως ένα όραμα ριζοσπαστικής κοινωνικής αλλαγής νομιμοποιείται να αξιώσει το πάθος των μαζών με τρόπο που να ξεπερνάει το πάθος για το ποδόσφαιρο. Ένα επαναστατικό σχέδιο κοινωνικής αλλαγής και ο αγώνας για την υλοποίησή του μπορεί να προσφέρει τις υψηλότερες συγκινήσεις και να αξιοποιήσει τις νόμιμες επιθυμίες των μαζών για συγκίνηση και πάθος, στην υπηρεσία της απελευθέρωσης της ανθρωπότητας. Ο Τρότσκι στα πολύτιμα "Προβλήματα της καθημερινής ζωής" λέει πως η Οκτωβριανή Επανάσταση είναι "το ομορφότερο μυθιστόρημα του κόσμου" για τις μάζες που το έγραψαν. Το να αρνηθεί κανείς αυτή τη δυνατότητα, (δηλαδή να προέρχεται η συγκίνηση - όχι κάποιων μειοψηφιών αλλά μαζών ολόκληρων - από τον αγώνα για την κοινωνική αλλαγή και όχι από τα μπούτια του Χαριστέα) ισοδυναμεί με το να αρνείται την υπόθεση της κοινωνικής αλλαγής. Υπήρξαν στιγμές στην ιστορία που τεράστιες μάζες ανθρώπων κρατούσαν την ανάσα τους καθώς κρινόταν η έκβαση τιτάνιων κοινωνικών συγκρούσεων. Οι μειοψηφίες που υπερασπίζονται σήμερα την μέθοδο της επαναστατικής αλλαγής λογοδοτούν στις κορφές της συνείδησης των μαζών, στις καλύτερες δηλαδή στιγμές τους, και όχι στους πρόποδες. Είναι ο μόνος τρόπος για να φτάσουμε αυτές τις κορφές και να τις ξεπεράσουμε.
Μηπώς αυτό σημαίνει ότι απομονωνόμαστε; Πάντα υπάρχει αυτός ο κίνδυνος, και πολύ απο το σημερινό κοκορόζουμο για το ποδόσφαιρο οφείλεται στο ότι τις προηγούμενες δεκαετίες περίσσεψε ο ελιτισμός για τις επιθυμίες των πλειοψηφιών. Γνώμη μου όμως είναι πως μια παράταξη - έστω και μειοψηφική - που έχει το θάρρος να διαχωριστεί από το μαζικό "πάθος" που διεγείρουν οι εγκέφαλοι της βιομηχανίας του ποδοσφαίρου, θα έχει και την νηφαλιότητα να μιλήσει με τους πολλούς στη γλώσσα τους, με τρόπο που να κατανοεί την πολλαπλότητα των συγκινήσεων και να μην αποξενώνεται, αφού γι' αυτήν (για να χρησιμοποιήσω πάλι τον Τρότσκι) "τίποτα ανθρώπινο δεν μπορεί να της είναι ξένο".
Πρώτοι στον σχετικό κατάλογο θα πρέπει να φιγουράρουν σίγουρα όσοι υποστηρίζουν την τοπική τους ομάδα, αντιστεκόμενοι στις σειρήνες των "μεγάλων" του ποδοσφαίρου, στις πλουμιστές αθλητικές εκπομπές, στις μεγάλες εφημερίδες και τις ακριβές μεταγραφές. Οι τοπικές ομάδες είναι λιγότερο ποδόσφαιρο και περισσότερο αγάπη για τον τόπο και την κοινότητα που χτίστηκε πάνω του, είναι εκκλησίες - χαμένων, τις περισσότερες φορές - ελπίδων, ονείρων και ματαιώσεων, ζωντανών και νεκρών. Αυτοί οι άνθρωποι είναι δικοί μας άνθρωποι.
Δικοί μας είναι και όσοι παθιάζονται με τους "μεγάλους". Εκεί όμως θα λέγαμε ψέματα αν καταπίναμε ένα "πάθος" που τόσο ξεδιάντροπα και υποκριτικά καλύπτει ένα τεράστιο φαγοπότι μίζας και κέρδους. Στους ΑΕΚτζηδες, στους Βάζελους, και φυσικά στους φίλους μας τους Γαύρους, έχουμε να κάνουμε αυτή την φιλική κουβέντα, και το σημαντικότερο να τους προσφέρουμε μια άλλη πηγή συγκινήσεων, εξίσου ενδιαφέρουσα και δημοκρατική με το φαντασιακό του ποδοσφαίρου.
Όσο για την Εθνική; Εκεί θα μας επιτραπεί να απέχουμε από τα εθνικά πανηγύρια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα απέχουμε και από το κουβεντολόι. Και γιατί να το κάνουμε; Το πόστο μου στο στρατό έχει να κάνει με τα πλοία που αρμενίζουν στο Αιγαίο. Το βράδυ που η Εθνική Τουρκίας έπαιζε με την Γερμανία, στο Αιγαίο δεν κουνιόταν φύλλο. Και όλοι στο φυλάκιο ξέραμε γιατί. Ξαφνικά, αυτοί που τις προηγούμενες μέρες ήταν "τα πληρώματα του εχθρού", απόκτησαν τώρα πρόσωπο, γίνανε αυτό που είναι πραγματικά: κάποιοι σαν κι εμάς, στημένοι μπροστά σε μια οθόνη, διψασμένοι για μια νίκη, για μια συγκίνηση μέσα στη μίζερη στρατιωτική τους φυλακή. Ακριβώς σαν κι εμάς.
Στην περίπτωση του EURO, όσο και να φωνάζει ο Χελάκης, εκεί που τελείωναν οι "Έλληνες!" και η Εθνική, ξεκίναγε η καλή κουβέντα. Και φυσικά, το καλό ποδόσφαιρο.
Monday, June 30, 2008
Thursday, June 12, 2008
Οδηγός για απαλλαγές
(Καλοί φίλοι ετοιμάζονται να παρουσιαστούν ενώπιον επιτροπών για το πολυπόθητο χαρτί της απαλλαγής. Το blog στηρίζει θερμά τις προσπάθειές τους και βοηθά έμπρακτα με διδακτικά παραδείγματα ανθρώπων που έχουν υποστεί ανάλογη διαδικασία.)
"...Τρεις κύριοι ντυμένοι μ΄όλη τη σοβαρότητα του κόσμου σχημάτισαν την ιατρική επιτροπή που θα ασχολιόταν με την διανοητική κατάσταση του Σβέικ και το συσχετισμό της με τα εγκλήματα του κατηγορητηρίου. Ο καθένας τους ανήκε σε διαφορετικό ψυχιατρικό κύκλο. Αλλά παρόλες τις διχογνωμίες, στην περίπτωση του Σβέικ συμφώνησαν. Τόση εντύπωση τους έκανε η παρουσία του.
Ο καλός φιλαράκος μας μόλις μπήκε στο γραφείο τους, είδε την φωτογραφία του Αυτοκράτορα και φώναξε μ' ενθουσιασμό:
- Ζήτω η Μεγαλειότητα ο Φραγκίσκος Ιωσήφ ο Πρώτος!
Μετά απ' αυτό δεν χρειάζονταν άλλα μέτρα και σταθμά να μετρήσουν και να ζυγίσουν τη διανοητική ανεπάρκεια του κατηγορουμένου.
- Ποιό είναι πιο βαρύ, το ράδιο ή το μολύβι; τον ρώτησαν.
- Μήπως τα ζύγισα καμιά φορά...
- Πιστεύεις στη Δευτέρα Παρουσία;
- Αν δεν τη δω πώς θα πιστέψω...
- Μπορείς να μετρήσεις τη διάμετρο της γης;
- Δεν μπορώ... Μπορώ όμως να σας βάλω κι εγώ ένα αίνιγμα: Έχουμε ένα σπίτι. Υπάρχουν τρία πατώματα και οκτώ παράθυρα σε κάθε πάτωμα. Στις στέγες εξέχουν τρεις καπνοδόχοι. Σε κάθε όροφο κάθονται τρεις οικογένειες. Λοιπόν σας ρωτώ: πότε πέθανε η γιαγιά της καθαρίστριας;
Οι τρεις γιατροί κοιτάχτηκαν με σημασία...".
(απόσπασμα από το: Γιαροσλαβ Χάσεκ, Ο Καλός Στρατιώτης Σβέικ, εκδόσεις ΔΑΜ, σελ. 32.)
"...Τρεις κύριοι ντυμένοι μ΄όλη τη σοβαρότητα του κόσμου σχημάτισαν την ιατρική επιτροπή που θα ασχολιόταν με την διανοητική κατάσταση του Σβέικ και το συσχετισμό της με τα εγκλήματα του κατηγορητηρίου. Ο καθένας τους ανήκε σε διαφορετικό ψυχιατρικό κύκλο. Αλλά παρόλες τις διχογνωμίες, στην περίπτωση του Σβέικ συμφώνησαν. Τόση εντύπωση τους έκανε η παρουσία του.
Ο καλός φιλαράκος μας μόλις μπήκε στο γραφείο τους, είδε την φωτογραφία του Αυτοκράτορα και φώναξε μ' ενθουσιασμό:
- Ζήτω η Μεγαλειότητα ο Φραγκίσκος Ιωσήφ ο Πρώτος!
Μετά απ' αυτό δεν χρειάζονταν άλλα μέτρα και σταθμά να μετρήσουν και να ζυγίσουν τη διανοητική ανεπάρκεια του κατηγορουμένου.
- Ποιό είναι πιο βαρύ, το ράδιο ή το μολύβι; τον ρώτησαν.
- Μήπως τα ζύγισα καμιά φορά...
- Πιστεύεις στη Δευτέρα Παρουσία;
- Αν δεν τη δω πώς θα πιστέψω...
- Μπορείς να μετρήσεις τη διάμετρο της γης;
- Δεν μπορώ... Μπορώ όμως να σας βάλω κι εγώ ένα αίνιγμα: Έχουμε ένα σπίτι. Υπάρχουν τρία πατώματα και οκτώ παράθυρα σε κάθε πάτωμα. Στις στέγες εξέχουν τρεις καπνοδόχοι. Σε κάθε όροφο κάθονται τρεις οικογένειες. Λοιπόν σας ρωτώ: πότε πέθανε η γιαγιά της καθαρίστριας;
Οι τρεις γιατροί κοιτάχτηκαν με σημασία...".
(απόσπασμα από το: Γιαροσλαβ Χάσεκ, Ο Καλός Στρατιώτης Σβέικ, εκδόσεις ΔΑΜ, σελ. 32.)
Wednesday, June 11, 2008
Νάστια
Τα είχα σκεφτεί όλα. Δεν πρόλαβα να σε δω όταν μπήκες στο νοσοκομείο και, όταν έλαχε η άδεια, το επισκεπτήριο είχε σταματήσει. Γι' αυτό θα 'γραφα ένα post για σένα και θα το διάβαζες μετά, σαν ένα γράμμα που θα το 'παιρνες μόλις μπορούσες. Και το ξέρω, θα χαιρόσουν πολύ, γιατί σε σκέφτονται οι φίλοι σου στα δύσκολα. Θα έσκαγες κι ένα φοβερό γελάκι, θα φωτιζόταν και η ελίτσα σου.
Αλλά εσύ τα χάλασες όλα ρε Νάστια. Σε όλα απρόβλεπτη και ανατρεπτική. Εντάξει τώρα, πριν τα 40; Δεν προβλέπονται τέτοια...
Αλλά έτσι ήταν. "Ώριμη" η Νάστια, αλλά δεν έβαλε ποτέ κανέναν πάνω από το κεφάλι της. Επαναστάτρια βλέπεις, από αυτές που τα πήρανε σοβαρά αυτά που διαβάσαν στα βιβλία μας. Και ζόρικη γκόμενα, (εντάξει, ξέρεις τώρα τι θέλω να πω...), ζόρικη συντρόφισσα. Γελάγαμε πάντα με τη σκληράδα της, κι όταν μίλαγε στα αμφιθέατρα και έξω. Και πολλές φορές πλακωνόμασταν, μπίλιες γινόμασταν μέχρι να ξεθυμάνουμε και να τρέξουμε να φιλιώσουμε μετάξυ μας, να στρίψουμε και κανένα τσιγάρο.
Έτσι ήταν η Νάστια. Μοιραζόμασταν την ίδια αίσθηση του χρόνου, το σύμπαν της ήταν η διαδήλωση, το συνέδριο, η εφημερίδα. Σ' αυτά η παρουσία της ήταν δεδομένη, κάπου θα έσκαγε με τη μηχανή και το δερμάτινο, και το αγορέ μαλλάκι. Αλλά στο μετά, όλο και θα κανόνιζε κάποια απόδραση, ακούραστο τυπάκι η Νάστια, τι νόμιζες γεράσαμε επειδή πατήσαμε τα -άντα.
Και τώρα, πώς θα σε ξεπροβοδίσουμε σήμερα ρε Νάστια; Θα μαστε όλοι εκεί, θα κρατάμε τις σημαίες με το χρώμα που λάτρευες κι εσύ θα λείπεις. Θα περιμένουμε από κάπου να φανείς, με τη μηχανή και το δερμάτινο, και το αγορέ μαλλάκι...
Θα φωνάξουμε δυνατά, όπως θα φώναζες κι εσύ για μας, σαν σε διαδήλωση.
Γιατί, γαμώτο, έφυγε μία από μας.
Αλλά εσύ τα χάλασες όλα ρε Νάστια. Σε όλα απρόβλεπτη και ανατρεπτική. Εντάξει τώρα, πριν τα 40; Δεν προβλέπονται τέτοια...
Αλλά έτσι ήταν. "Ώριμη" η Νάστια, αλλά δεν έβαλε ποτέ κανέναν πάνω από το κεφάλι της. Επαναστάτρια βλέπεις, από αυτές που τα πήρανε σοβαρά αυτά που διαβάσαν στα βιβλία μας. Και ζόρικη γκόμενα, (εντάξει, ξέρεις τώρα τι θέλω να πω...), ζόρικη συντρόφισσα. Γελάγαμε πάντα με τη σκληράδα της, κι όταν μίλαγε στα αμφιθέατρα και έξω. Και πολλές φορές πλακωνόμασταν, μπίλιες γινόμασταν μέχρι να ξεθυμάνουμε και να τρέξουμε να φιλιώσουμε μετάξυ μας, να στρίψουμε και κανένα τσιγάρο.
Έτσι ήταν η Νάστια. Μοιραζόμασταν την ίδια αίσθηση του χρόνου, το σύμπαν της ήταν η διαδήλωση, το συνέδριο, η εφημερίδα. Σ' αυτά η παρουσία της ήταν δεδομένη, κάπου θα έσκαγε με τη μηχανή και το δερμάτινο, και το αγορέ μαλλάκι. Αλλά στο μετά, όλο και θα κανόνιζε κάποια απόδραση, ακούραστο τυπάκι η Νάστια, τι νόμιζες γεράσαμε επειδή πατήσαμε τα -άντα.
Και τώρα, πώς θα σε ξεπροβοδίσουμε σήμερα ρε Νάστια; Θα μαστε όλοι εκεί, θα κρατάμε τις σημαίες με το χρώμα που λάτρευες κι εσύ θα λείπεις. Θα περιμένουμε από κάπου να φανείς, με τη μηχανή και το δερμάτινο, και το αγορέ μαλλάκι...
Θα φωνάξουμε δυνατά, όπως θα φώναζες κι εσύ για μας, σαν σε διαδήλωση.
Γιατί, γαμώτο, έφυγε μία από μας.
Friday, June 6, 2008
Εγκέφαλος
Ο Γιάννης, φίλος που είναι μέσα, τελείωσε κι αυτός το «σχολείο» των ΛΥΒ, το θέατρο δηλαδή από το οποίο ο ελληνικός στρατός ψαρεύει δεκανείς για τα στρατόπεδα. Μία από τις ασκήσεις στις οποίες συμμετείχε ήταν η άμυνα εδάφους που δέχεται επίθεση από τον "εχθρό". Στην άσκηση, ο εχθρός ερχόταν από ανατολάς. Οι φαντάροι μας ήταν κρυμμένοι πίσω από σακιά και φυλλωσιές, βαμμένοι με φούμο, έτοιμοι για μάχη, με γεμάτα όπλα και ξεκάθαρες εντολές. Ο "εχθρός" ερχόταν από απέναντι, όρθιος, καμαρωτός και ακάλυπτος, κρατώντας κόκκινες σημαίες. Οι φαντάροι μας κατατρόπωσαν τον εχθρό. Στην άσκηση τηρούνταν όλοι οι κανόνες συνωμοτικότητας - ή μάλλον "εμείς" τηρούσαμε όλους τους κανόνες συνωμοτικότητας, γιατί οι εχθροί μόνο λαμπτήρες νέον δεν κουβαλούσαν. Οι φαντάροι αποκαλούνταν με αριθμούς (το 1, το 2, κοκ), οι τοποθεσίες αναφέρονταν κωδικοποιημένες (θέση Οδυσσέας Ανδρούτσος, θέση Καραϊσκάκης, κλπ), τα στελέχη είχαν ψευδώνυμα. Ένα όνομα ξεχώριζε στην άσκηση: αυτό του διοικητή "της μονάδας μας". Το ψευδώνυμό του ήταν Εγκέφαλος.
Εγκέφαλος.
"Νούμερο 1 προς Εγκέφαλο."
"Εγκέφαλε με λαμβάνεις;"
"Εγκέφαλος ακούει; Όβερ."
Ποιά άραγε εγκεφαλικά κύτταρα να αιματώνονταν, τι αισθήματα ηδονής να προκαλούνταν στον άντρα που άκουγε τον εαυτό του να αναφέρεται ως ο Εγκέφαλος, το πιθανότερο μετα από δική του προσωπική διαταγή;
Στην ιεραρχία του ελληνικού στρατού, τα περισσότερα μόνιμα στελέχη αντιμετωπίζουν τα καθήκοντά τους με κυνισμό και ευθυνοφοβία. Κι όμως κάπου κάπου, αραιότερα στα χαμηλότερα στρώματα, και συχνότερα στα υψηλότερα (σ' αυτά δηλαδή που έχουν χάσει κάθε επαφή με την καθημερινή στρατιωτική πραγματικότητα), τα έργα και οι ημέρες του ελληνικού στρατού είναι υπόδειγμα λειτουργικότητας και λογικής. Ακόμα και ιδιοφυίας.
Εγκέφαλος.
Η εκπαίδευση στα ΛΥΒ γινόταν κάτω από κιόσκια. Κάθε μέρα οι φαντάροι περπατούσαν μισό χιλιόμετρο για να πάνε και μισό χιλιόμετρο για να γυρίσουν. Ο λόγος; Η εκπαίδευση έπρεπε να γίνεται στα κιόσκια! Και πως όχι; Η θερμοκρασία άγγιζε τους 37 βαθμούς, ο ήλιος έκαιγε αλύπητα. Όμως, αλίμονο: τα κιόσκια δεν είχαν καλύμματα. Ήταν απλές σιδεριές. Αλλά οι πάγκοι έπρεπε να στηθούν κάτω από τα κιόσκια, τα υλικά να μεταφερθούν, οι πίνακες και τα αναλόγια να στηθούν, όλα κάτω από τα κιόσκια. Όμως τα κιόσκια δεν είχαν καλύμματα. Όταν ο Εγκέφαλος πρόσεξε τις ρυτίδες που προκαλούσε στα πρόσωπα των φαντάρων το ζαβλάκωμα από την αδιάκοπη έκθεση στον ήλιο, η διαταγή εκδόθηκε! Τα κιόσκια πρέπει να καλυφθούν. Μετά από μια βδομάδα εκπαίδευσης, τα καλύμματα ξεδιπλώθηκαν. Όμως τι ατυχία: τη μέρα που τα εφαρμόσανε, ο ήλιος κρυβόταν από σύννεφα και ένα κύμα ψυχρού αέρα σάρωνε την ατμόσφαιρα. Οι φαντάροι κρύωναν. Πρόβλημα.
Εγκέφαλος.
Ο υπεύθυνος των μαγειρίων σχόλασε την υπηρεσία του στις 3μμ. Ο επόπτης είχε απομείνει μόνος. Τα φαντάρια διευθετούσαν τα μαγειρία. Ο επόπτης πλησίασε τη λάτζα, για να διαπιστώσει με έκπληξη ότι το καθαριστικό είχε τελειώσει. Πρόβλημα. Τα πιάτα έπρεπε να πλυθούν γιατί την επομένη οι φαντάροι δεν θα είχαν πού να φάνε και το στέλεχος θα μοίραζε καμπάνες. Ο επόπτης διέκρινε στο βάθος της αίθουσας τη ροζ χλωρίνη που καθαρίζει τα πατώματα. Σήκωσε το μπουκάλι και διάβασε: Καθαρίζει. Λευκαίνει. Απολυμαίνει. Τα μελίγγια του συνοφρυώθηκαν υπό την πίεση σύνθετων φιλοσοφικών επαγωγών. Ακριβώς ό,τι χρειαζόμαστε, σκέφτηκε. Στρατιώτες!... Τα πιάτα πλύθηκαν με χλωρίνη. Πιάτα, πάγκοι, πατώματα, όλα έλαμψαν, αναδίδοντας μια στρατιωτικά ομοιόμορφη οσμή καθαριότητας.
Εγκέφαλος.
Η μέρα της ορκωμοσίας πλησίαζε. Το στρατόπεδο έπρεπε να λάμψει. Ο Διοικητής κοίταξε γύρω του. Το μέρος χρειαζόταν εμφανώς συγύρισμα. Εργατικά χέρια - δόξα τω Θεώ - υπήρχαν άφθονα. Τι τον ενοχλούσε στο γεμάτο πέτρες και θάμνους τοπίο; Για μια στιγμή χάθηκε μέσα σε έναν λαβύρινθο εγκεφαλικών αναζητήσεων. Η διαταγή εκδόθηκε. Οι φαντάροι να ξυπνήσουν. Τα σκαφτικά να βγουν από τις αποθήκες. Η διαταγή ήταν απλή στη διατύπωσή της και μεγαλοφυής στη σαφήνειά της: οι φαντάροι έπρεπε να μαζέψουν τις πέτρες και να φτυαρίσουν τους θάμνους. Το στρατόπεδο θα λάμψει.
Εγκέφαλος.
Ένας από τους λόγους γιατί δεν πρέπει να αφήσουμε τη λαομίσητη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας να στείλει τους 18χρονους στα στρατόπεδα είναι αυτός που η ίδια επικαλείται, ότι δηλαδή η θητεία διακόπτει τη μετέπειτα εκπαιδευτική διαδικασία και γι' αυτό είναι καλύτερο να προηγείται. Αν η θητεία νομοθετηθεί υποχρεωτικά και χωρίς αναβολή στα 18, μια γενιά νεαρών ανθρώπων κινδυνεύει με εγκεφαλική λοβοτομή. Η χειρότερη συνέπεια αυτής της λοβοτομής θα είναι η απέχθεια προς κάθε πειθαρχημένη διαδικασία εκπαίδευσης, λόγω της εσκεμμένης σύγχυσης που καλλιεργεί ο στρατός ονοματίζοντας οργουελλιανά τη λοβοτομή εκπαίδευση, την ηλιθιότητα θεωρία, την ισοπεδωτική βλακεία μάθημα. Απέναντι σε μια τέτοια προοπτική, δεν υπάρχει άλλος δρόμος παρά αυτός της οργής.
Subscribe to:
Posts (Atom)